Πέμπτη 24 Μαρτίου 2011

ΠΡΩΤΗ ΗΛΙΚΙΑ

Η ώρα είναι δέκα το βράδυ. Είμαι ακόμη στο γραφείο και γράφω τη συνέντευξη του εξωφύλλου. Χτυπάει το τηλέφωνο. Στην άλλη άκρη της γραμμής ακούω μία ηλικιωμένη γυναίκα που δεν μπορεί καλά καλά να μιλήσει. Κάτι προσπαθεί να πει. Κάτι που δεν μπορώ να το καταλάβω. Της λέω βιαστικά ότι έχει κάνει λάθος και το κλείνω. Ξανακαλεί. Η επιμονή της μου κάνει εντύπωση, καθώς η συνάδελφός μου λέει ότι ή ίδια γυναίκα είχε καλέσει κι άλλα βράδια στο τηλέφωνο του περιοδικού. Το σηκώνω και προσπαθώ να μάθω τι ζητάει. Με τρεμάμενη, ανήμπορη και εντελώς εύθραυστη φωνή μου λέει ότι ψάχνει τον Γιάννη. Πιάνουμε συζήτηση, της συστήνομαι και για κάποια λεπτά μιλάμε. Ο Γιάννης είναι ο ανιψιός της και ο μόνος άνθρωπος με τον οποίο επικοινωνεί. Ο Γιάννης είναι παντρεμένος και έχει την οικογένειά του. Μου λέει πως είναι μόνη και είναι άρρωστη και καταλαβαίνω ότι το μόνο που ζητάει είναι λίγη συντροφιά μέχρι να κοιμηθεί, τίποτα άλλο. Λίγη παρέα για να ξεχαστεί από τα μοναχικά βράδια που περνάει εκεί. Λίγο πριν κλείσουμε, η φωνή της δεν τρέμει τόσο έντονα πια. Μου λέει ευχαριστώ και νιώθω ότι το λέει μέσα από την καρδιά της. Με το που κατεβάζω το ακουστικό καλώ στις πληροφορίες για να μάθω ποια είναι αυτή η γυναίκα. Το τηλέφωνό της αντιστοιχεί σε ένα κέντρο αποκατάστασης και αποθεραπείας ηλικιωμένων. Ο Γιάννης έχει αλλάξει αριθμό. Και εγώ περιμένω και σήμερα τηλεφώνημά της.

Ακούγοντας αυτή τη γυναίκα στην άλλη άκρη της γραμμής κάτι μέσα μου έσπασε. Ξέχασα προς στιγμήν τα πάντα. Αφαιρέθηκα. Αυτή η γυναίκα ήθελε να μιλήσει. Ήθελε να νιώσει ότι κάποιος είναι κοντά της. Ήθελε να πιστέψει ότι δεν την έχουν ξεχάσει. Δεν υπάρχει χειρότερος εχθρός από τη μοναξιά. Ειδικά στην εύθραυστη τρίτη (πρώτη) ηλικία. Όταν είσαι νέος νομίζεις ότι δεν θα γεράσεις ποτέ. Ο ηλικιωμένος, έχει κάνει τον απολογισμό του. Κοιτάζει πίσω και θυμάται. Συγγενείς μας ή όχι, όλοι έχουμε στο κοντινό μας περιβάλλον ηλικιωμένους που το μόνο που ζητούν είναι μία ζεστή αγκαλιά, ένα χάδι και λίγη φροντίδα. Η ζωή μας θα συνεχίσει να προχωρά. Τα λίγα λεπτά που θα τους αφιερώσουμε δεν θα μας στερήσουν ούτε την επαγγελματική επιτυχία ούτε τις προσωπικές μας στιγμές.

Το ίδιο βράδυ συνάντησα τις φίλες μου. Η Νάσια, που μαζί με την οικογένειά της διατηρούν λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Θεσσαλονίκη το Φροντίζω, ένα κέντρο διαβίωσης και αποθεραπείας ηλικιωμένων μου είπε πως ένας από τους κυρίους που φιλοξενούνται εκεί συνομιλεί καθημερινά με την οικογένειά του, τα παιδιά και τα εγγόνια του, μέσω Skype. Και είναι ευτυχισμένος. Χαμογέλασα και χαμογέλασα διπλά όταν η Μαριάννα μου είπε πως ο παππούς της πρόσφατα απέκτησε το δικό του προφίλ στο Facebook.

Πρέπει να θυμόμαστε ότι όλοι μας -αν είμαστε τυχεροί- θα φτάσουμε σ' αυτή την (πρώτη) ηλικία. Μας αξίζει η μοναξιά;

Ας μην ξεχνάμε, λοιπόν, ότι η μοναξιά είναι καλύτερη όταν μοιράζεται.

Πείτε «σ' αγαπώ» στους δικούς σας ανθρώπους. Ίσως αύριο να είναι αργά.

Σοφία Τουντούρη 

 Υ.Γ. Βρείτε και ακούστε στίχο στίχο το τραγούδι Everybody's Free (Τo Wear Sunscreen) του Baz Luhrmann. Μου το σύστησε ένας φίλος. Αξίζει.

(ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ADORE ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΜΑΡΤΙΟΥ 2011)


Δεν υπάρχουν σχόλια: